- ἀντιδιεξέρχομαι
- ἀντι-δι-εξ-έρχομαι, die entgegengesetzte Ansicht auseinandersetzen
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
αντιδιεξέρχομαι — ἀντιδιεξέρχομαι (Α) αντικρούω τους ισχυρισμούς κάποιου αναπτύσσοντας τη δική μου γνώμη … Dictionary of Greek